Πέμπτη, Ιανουαρίου 14, 2016

ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΝΤΑΙ ,,ΟΙ ΚΑΡΑΒΟΛΙΔΕΣ!!!!!

Απαγορεύονται οι "καραβολίδες"

Τα "ξερόμυτα" δεν μετράνε, "στα 3 κόρνερ πέναλτι", ο ορισμός του νοητού τέρματος, ο τύπος που είχε την μπάλα και τον είχαμε στα όπα όπα. Το Contra.gr κάνει φλας μπακ στο ποδόσφαιρο που παίζαμε στα παιδικά μας χρόνια. Πάμε να ξεσκονίσουμε μαζί τις αναμνήσεις μας!



Για όσους έχουμε περάσει τα 22-23, το ποδόσφαιρο πλέον έχει ταυτιστεί με το τρίπτυχο πίτσες-μπίρες-Champions League με μερικά "δημιουργικά" διαλείμματα για "Pro" και "Football Manager". Τα πράγματα, όμως, δεν ήταν πάντοτε έτσι.
Ξεσκονίζοντας τις προάλλες την αποθήκη μου, έπεσα πάνω σε ένα κιτρινισμένο τετράδιο που στο εξώφυλλο είχε κολλημένα ξεθωριασμένα αυτοκόλλητα της Panini με παίκτες που αγωνιζόντουσαν στο ελληνικό πρωτάθλημα στις αρχές της δεκαετίας του '90. Το άνοιξα με ανυπομονησία για να δω και τα υπόλοιπα αυτοκόλλητα της τότε συλλογής μου, αλλά έπεσα πάνω σε κάτι που δεν περίμενα. Στην πρώτη σελίδα έγραφα “Πρωτάθλημα 1993-1994”. Δεν επρόκειτο για το πρωτάθλημα της τότε Α' Εθνικής, αλλά όπως μαρτύρησαν οι επόμενες σελίδες του τετραδίου, για ένα πρωτάθλημα μεταξύ των δύο ομάδων που είχαμε φτιάξει στην 5η δημοτικού. Υπήρχαν γραμμένα τα ονόματα των συμμαθητών μου και πλάι τους τα γκολ που είχαν πετύχει σε κάθε αγώνα, ενώ υπήρχε και ένας πίνακας με τη βαθμολογία των δύο ομάδων. Τότε η νίκη έδινε ακόμα δύο βαθμούς και η ισοπαλία έναν.
Στην επόμενες σελίδες υπήρχαν και άλλα αντίστοιχα “πρωταθλήματα”, ενώ στη μέση του τετραδίου υπήρχε γραμμένος ένας άλλος τίτλος: “Άλλα σχολεία”. Εκεί είχα περάσει τα αποτελέσματα των αγώνων του δικού μας κόντρα στα υπόλοιπα σχολεία της γειτονιάς. Υπήρχαν σελίδες με τα ονόματα των παιδιών του κάθε σχολείου και πλάι σε αυτά το πόσο καλή μπάλα ήξερε κάθε παιδί και μια υποσημείωση για το δυνατό του σημείο, σε ένα άτυπο σκάουτινγκ της εποχής. Συνέχισα να ξεφυλλίζω το τετράδιο και έπεσα πάνω σε ακατάλυπτα συστήματα και σε σημειώσεις με τα man-to-man κάθε αγώνα. Man-to-man που θεωρητικά έπρεπε να ακολουθήσουν όλοι οι παίκτες της ομάδας.
Ήθελα να το ζήσω ξανά όλο αυτό. Για κλάσματα δευτερολέπτου φαντάστηκα πως πήγαινα στο σταθερό μου να πάρω τηλέφωνο τον “Μπούμπη”, τον “Τσίλια” και τον “Σαλάτα” για να τους δώσω ραντεβού στις 4 στην πλατεία. “Πάρτε και τον “Ποντικό” και πείτε του να μην ξεχάσει να φέρει την μπάλα”...
Κάποτε παίρναμε μια μπάλα, μαζευόμασταν σε μια αλάνα, πλατεία, σχολείο και παίζαμε ένα διπλό από το μεσημέρι, μέχρι να νυχτώσει. Αυτοί οι ποδοσφαιρικοί "μαραθώνιοι" διέπονταν από κάμποσους κανόνες και είχαν αρκετά χαρακτηριστικά, που τους καθιστούσαν μοναδικούς και τους θυμόμαστε ακόμα με νοσταλγία.

Το "γήπεδο" και η μπάλα


Τα βασικά μέρη που δίνονταν τα ποδοσφαιρικά ραντεβού ήταν προαύλια σχολείων, πλατείες, δρόμοι, γήπεδα μπάσκετ και αλάνες. Τα γήπεδα 5x5 αποτελούσαν ακόμα σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Το γεγονός ότι θα παίζαμε ποδόσφαιρο δεν σήμαινε απαραίτητα ότι θα είχαμε και μπάλα ποδοσφαίρου. Ποιος δεν έχει παίξει με πατημένο κουτάκι από αναψυκτικό; Όχι, όμως, πατημένο όπως να ναι. Υπήρχε συγκεκριμένη τεχνική, ώστε το κουτάκι να είναι κατάλληλο για ποδόσφαιρο. Έπρεπε να έχει πατηθεί εντελώς κάθετα και να μην είναι στραβό, ώστε να μπορεί να τσουλάει και να αντέχει.Κάποιες φορές και ειδικά τα καλοκαίρια όλο και κάποιο μπαλάκι του τένις ή κάποια μπάλα του βόλεϊ θα είχε ξεμείνει από την οικογένεια κάποιου από την παραλία, με αποτέλεσμα να αναβαθμίζεται αισθητά το παιχνίδι μας.
Σαν εναλλακτική υπήρχαν και κάποιες μεγάλες μπάλες που πουλούσαν τα περίπτερα της γειτονιάς και είχαν πάνω τα σήματα μεγάλων ομάδων, γνωστές και ως "αερόμπαλες", αφού από τη στιγμή που σούταρες, ο αέρας ήταν εκείνος που αποφάσιζε την κατάληξή του σουτ.
Υπήρχαν και εκείνες οι ευλογημένες μέρες που η παρέα είχε στη διάθεση της κάποια κανονική, ποδοσφαιρική μπάλα. Μία "Select", μια "Mitre" ή κάποια που είχε δέρμα τέλος πάντων. Τότε τα πράγματα σοβάρευαν. Η αδρεναλίνη χτυπούσε κόκκινο και το παιχνίδι είχε την ένταση και το πάθος που θα ζήλευε και ένας τελικός Champions League. Να παίζεις ποδόσφαιρο με μπάλα της οποίας έχουν φύγει οι ραφές και περισσεύει η σκασμένη σαμπρέλα, αξία ανεκτίμητη.

Ο κάτοχος της μπάλας


Το παιδί που διέθετε την μπάλα ήταν για την παρέα ό,τι ο Πλατινί για την UEFA. Μπορούσε σχεδόν να ορίσει τους κανόνες του παιχνιδιού από την αρχή και όχι μόνο δεν έβρισκε αντιδράσεις από τους υπόλοιπους, αντιθέτως μάλιστα τον είχαμε στα όπα όπα.
Αυτός όριζε την ώρα που θα ξεκινήσει, αλλά και θα τελειώσει το παιχνίδι και όλοι μαζευόμασταν και το "διαλύαμε" με βάση το πρόγραμμά του. Αν μάλιστα τον έφερνε ο πατέρας του, καλοπιάναμε και εκείνον, προκειμένου να αφήσει τον φίλο μας να κάτσει περισσότερο. Δεν ήταν λίγες οι φορές που παρακαλούσαμε τον πατέρα να μας αφήσει την μπάλα με υποσχέσεις ότι θα την προσέχαμε σαν τα μάτια μας και θα του την επιστρέφαμε σώα την επομένη.
Τα προνόμια του κατόχου της μπάλας πολλές φορές επεκτείνονταν στο να μπορεί να διαλέξει τους συμπαίκτες του, ακόμα και αν δεν του χαμε κάνει ποτέ ξανά αυτή τη χάρη, αφού στην πραγματικότητα ήταν τελείως άμπαλος.

Ο ορισμός του τέρματος


Στα γήπεδα που αγωνιζόμασταν μικροί είναι προφανές ότι δεν υπήρχαν τέρματα. Αν υπήρχαν, μάλλον δεν θα είχε και κανένα λόγο ύπαρξης το παρόν κείμενο.
Επομένως, πριν από κάθε αγώνα ορίζαμε νοητά το τέρμα. Τα κάθετα δοκάρια μπορούσαν να οριστούν με διάφορους τρόπους. Με σχολικές τσάντες, με πέτρες, με νοητά σημάδια από γκράφιτι σε κάποιο τείχο, με τις βάσεις από μπασκέτες, με ό,τι μπορείς να φανταστείς. Για να ναι ίσα τα τέρματα μετρούσαμε βηματάκια, ενώ ήταν άπειρες οι φορές πριν από κάποιο, πέναλτι, κόρνερ ή φάουλ που ο εκάστοτε τερματοφύλακας αναπροσάρμοζε τις διαστάσεις του τέρματός του.
Η μαγεία, όμως, είχε να κάνει με τον ορισμό του οριζόντιου δοκαριού. Τις περισσότερες φορές το οριζόντιο δοκάρι ήταν μέχρι εκεί που έφτανε να πηδήξει ο τερματοφύλακας. Όταν, λοιπόν, ο τερματοφύλακας "έτρωγε" κάποιο γκολ με σουτ που πήγαινε ψηλά, ξεκινούσε καβγάς για το πού βρισκόταν το οριζόντιο δοκάρι, συνοδευόμενος από ταυτόχρονα πηδηματάκια με τεντωμένα χέρια από όλους μας για να δείξουμε ότι δεν φτάναμε το σημείο από το οποίο πέρασε η μπάλα.

Πώς χωριζόμασταν σε ομάδες


Πριν μπουν τα "αριθμάκια" στη ζωή μας, είχαμε έναν πιο ευφάνταστο τρόπο για να ορίζουμε τις ομάδες. Δυο παιδιά, συνήθως οι καλύτεροι παίκτες ή ο κάτοχος της μπάλας, στεκόντουσαν ο ένας απέναντι στον άλλο και έκαναν "βηματάκια" για να δουν ποιος θα διαλέξει πρώτος παίκτη.
Θυμάστε τι ήταν τα βηματάκια; Στεκόντουσαν τα δύο παιδιά, το ένα απέναντι στο άλλο σε εύλογη απόσταση και έλεγαν εναλλάξ ονόματα ποδοσφαιρικών ομάδων ή παικτών. Για κάθε συλλαβή της λέξης που έλεγαν έκαναν και ένα βήμα προς τον "αντίπαλο". Όποιος πατούσε πρώτος τον αντίπαλό του, είχε το bonus να διαλέξει πρώτος παίκτη. Κι αν νομίζεις πώς τα "βηματάκια" ήταν κάτι τυχαίο, είσαι γελασμένος. Υπήρχε τακτική, αφού χρησιμοποιούσαμε και πλαγιαστά "βηματάκια" προκειμένου να μείνουμε μακριά από τον αντίπαλο, αν θεωρούσαμε πως θα μας πατούσε πρώτος.
Αφού έβγαινε ο νικητής της παραπάνω διαδικασίας, συνήθως επέλεγε τον καλύτερο παίκτη ή αυτόν που ξέραμε πως θα κάτσει τερματοφύλακας σε όλο τον αγώνα χωρίς να γκρινιάξει και χωρίς να ζητήσει να παίξει καθόλου μέσα.
Όσον αφορά τον τερματοφύλακα, αν δεν υπήρχε κάποιος που θα καθόταν με την θέλησή του -πράγμα σπάνιο- τότε μπαίναμε όλοι τέρμα μέχρι να φάμε ένα γκολ. Επειδή, κάποιοι το έτρωγαν επίτηδες για να ξαναμπούν γρήγορα μέσα, βάζαμε άλλους κανόνες όπως "φάμε-βάλουμε δύο" ή χρονομετρούσαμε τη θητεία του καθενός στο τέρμα.
Αν ο αριθμός των παιδιών ήταν μονός, η ομάδα με το πιο αδύναμο "ρόστερ" έπαιρνε τον παίκτη παραπάνω.

Όταν χάναμε την μπάλα


Πόσες φόρμες και σορτσάκια έχουν σκιστεί στην προσπάθεια μας να φτάσουμε με τα πόδια την μπάλα που είχε καρφωθεί κάτω από κάποιο αυτοκίνητο ή είχε μπει σε κάποιο χώρο που έπρεπε να πηδήξουμε ένα συρματόπλεγμα; Πόσες κλωτσιές έχουμε ρίξει ομαδικά στους κορμούς δέντρων για να πέσει η μπάλα που είχε σφηνώσει σε κάποιο κλαδί; Τις περισσότερες φορές τα παραπάνω γινόντουσαν ενώ φωνάζαμε εν χορώ: "πού ναι η μπάλα, οέο πού ναι η μπάλα".
Επίσης, άπειρες ήταν οι φορές που η μπάλα πήγαινε σε συγκεκριμένο μπαλκόνι ή έσπαγε τα ποτήρια στα τραπέζια συγκεκριμένης κάθε φορά καφετέριας και εμείς παρακαλάγαμε τον ιδιοκτήτη να μας την δώσει πίσω και υποσχόμασταν για χιλιοστή φορά πως η συγκεκριμένη ήταν η τελευταία που συνέβαινε κάτι τέτοιο.

Το λεξικό του ποδοσφαίρου


Υπήρχαν μια σειρά από φράσεις και λέξεις που λέγαμε όσοι παίζαμε μπάλα που δεν καταλάβαινε κανείς πλην των συμμετεχόντων.
Φυσικό εμπόδιο: Την συγκεκριμένη φράση την αναφέραμε όταν παίζαμε ποδόσφαιρο σε κάποια πλατεία και η μπάλα έπεφτε σε κάποιον διερχόμενο. Λέγοντας "φυσικό εμπόδιο" εννοούσαμε πως το παιχνίδι συνεχίζεται κανονικά, αφού το να συμβεί κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο.
Περίπτερο/καφενείο: 'Ετσι αποκαλούσαμε τον παίκτη που ελλείψει offside άραζε στην άμυνα του αντιπάλου και δεν το κουνούσε αν δεν ερχόταν η μπάλα στα πόδια του. Προφανώς, το "καφενείο" δεν γυρνούσε ποτέ στην άμυνα.
Παγκότερμα/μπακότερμα: Όχι, δεν είναι ανακάλυψη του Νόιερ. "Παγκότερμα" είχαμε συνήθως όταν στο τέρμα καθόταν κάποιος πολύ καλός παίκτης ή κάποιος που βαριόταν να κάτσει τέρμα. Επομένως όταν η ομάδα του ήταν στην επίθεση έβγαινε και αυτός μπροστά, διατηρώντας ταυτόχρονα την ιδιότητα του τερματοφύλακα.
Γκελάκια/αγγελάκια/ποδαράκια: Με αυτή τη λέξη εννοούσαμε τα χτυπήματα που μπορούσε να κάνει κάποιος με την μπάλα χωρίς να πέσει εκείνη στο έδαφος. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάναμε διαγωνισμό για το ποιος έκανε τα περισσότερα.
Καραβολίδα: Το πάρα πολύ δυνατό σουτ. Υπήρχε μάλιστα ο άγραφος κανόνας σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύονταν οι "καραβολίδες" από κοντά, κυρίως μετά από απαίτηση του άτυχου που τον έβαζαν πάντα τέρμα. Παραβίαση του συγκεκριμένου κανόνα ήταν λόγος για καβγά.
Ξερόμυτο: Το πολύ δυνατό σουτ που γινόταν με την μύτη του παπουτσιού.
Μπεκάτσα/τσαρούχι/στα περιστέρια: Το πολύ άστοχο σουτ που δεν έβρισκε στόχο και θεωρητικά πήγαινε στα πουλιά.

Οι κανόνες

Το γεγονός ότι παίζαμε ποδόσφαιρο, δεν σημαίνει πως οι κανόνες ήταν δεδομένοι. Προφανώς δεν υπήρχε offside, ενώ ένα ξακαθάρισμα που κάναμε από την αρχή του ματς ήταν το αν θα παίζαμε με "τους παλιούς ή με τους καινούργιους κανόνες". Το γεγονός ότι στην προηγούμενη πρόταση χρησιμοποιούσαμε πληθυντικό δεν είχε απολύτως κανένα νόημα, αφού στην ουσία ο μοναδικός κανόνας που άλλαζε ήταν το "έμμεσο".
Σύμφωνα με τους παλιούς κανόνες, μπορούσαμε να γυρίσουμε την μπάλα στον τερματοφύλακα και εκείνος να την πιάσει με τα χέρια, χωρίς να καταλογιστεί έμμεσο. Ενώ, με βάση τους καινούργιους, δεν μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο.
Δεν μετράνε οι σπόντες: Ο συγκεκριμένος κανόνας έβρισκε εφαρμογή σε γήπεδα που περιλάμβαναν τείχους, όπως τα προαύλια σχολείων. Με αυτό τον κανόνα ξεκαθαρίζαμε το κατά πόσο θα μπορούσαμε να ντριμπλάρουμε κάνοντας σπόντες με τον τοίχο.
Στα τρία κόρνερ πέναλτι: Αυτός ο κανόνας αφορούσε τα μονά και συνέβαινε αυτό ακριβώς που περιγράφει. Όταν μια ομάδα έβγαζε την μπάλα τρεις φορές άουτ, οι αντίπαλοι χτυπούσαν πέναλτι.
"Αυτό δεν το είχαμε πει από την αρχή": Η ατάκα αυτή λειτουργούσε ως κανόνας πάνω από τους κανόνες. Αν για παράδειγμα δεν είχαμε ξεκαθαρίσει από την αρχή αν θα παίζαμε π.χ. με σπόντα ή χωρίς, μόλις κάποιος έλεγε αυτή την ατάκα έθετε θέμα για τους κανόνες του παιχνιδιού από εκείνη τη στιγμή και μετά. Συνήθως ήταν λόγος για να ξεσπάσει σύρραξη στο γήπεδο.

Η "φάση"

Η συγκεκριμένη λέξη αποτελεί την πιο "δημιουργική ασάφεια" του ποδοσφαίρου των παιδικών μας χρόνων. Όταν το παιχνίδι έφτανε χρονικά προς την λήξη του, η ομάδα που καιγόταν να ισοφαρίσει ή να πλησιάσει στο σκορ άρχιζε να φωνάζει "φάση". Λέγοντας "φάση" στην ουσία εννοούσε πως έπρεπε να γίνει ακόμα μια φάση πριν να ολοκληρωθεί το παιχνίδι. Ποτέ, όμως, δεν είχε διευκρινιστεί με σαφήνεια αν η φάση τελείωνε όταν η μπάλα έβγαινε άουτ, πλάγιο, γινόταν φάουλ ή έμπαινε γκολ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλές φορές η "φάση" να πλησιάζει σε διάρκεια ολόκληρο το μέχρι τότε παιχνίδι. Κατά τη διάρκεια της "φάσης" έχουν μπει τα πιο επικά γκολ, έχουν γίνει οι πιο εντυπωσιακοί πανηγυρισμοί και έχει πέσει το περισσότερο ξύλο στην ιστορία του ποδοσφαίρου της "αλάνας".

Τα παιχνίδια

Πέρα από το κλασικό "διπλό" υπήρχε μια σειρά ποδοσφαιρικών παιχνιδιών που παίζαμε είτε για "ζέσταμα" είτε γιατί δεν μαζευόμασταν ο απαραίτητος αριθμός ατόμων για "διπλό'.
Πασούλες και σουτ: Μέχρι να μαζευτούμε για να αποφασίσουμε τι θα παίξουμε, όσοι είχαν πάει νωρίτερα στο "γήπεδο" έκαναν πάσες και σούταραν στον τερματοφύλακα. Τόσο απλό!
Μονό ή μονάκι: Στο μονό συνήθως συμμετείχαν 3 ή 5 άτομα. Ένας εναντίον ενός ή δύο εναντίον δύο και ένας τερματοφύλακας. Το παιχνίδι ξεκινούσε με τον τερματοφύλακα να έχει γυρισμένη την πλάτη προς τους παίκτες και να τους πετάει την μπάλα στα τυφλά για λόγους αξιοκρατίας. Στο μονό έβρισκε εφαρμογή ο κανόνας "στα τρία κόρνερ πέναλτι".
Ένας άλλος κανόνας που ίσχυε στο μονό ήταν πως για να μετρήσει ένα γκολ θα έπρεπε η μια ομάδα να έχει περάσει τουλάχιστον έναν από τους αντιπάλους. Ο μοναδικός τρόπος για να μετρήσει το γκολ χωρίς να περάσεις τον αντίπαλό σου ήταν να βάλεις γκολ απευθείας από την επαναφορά του τερματοφύλακα, χωρίς εκείνη να έχει προλάβει να ακουμπήσει στο έδαφος.
Πρωταθληματάκια: Όταν υπήρχαν πολλά άτομα, αλλά βαριόμασταν να παίξουμε διπλό, χωριζόμασταν σε ομάδες των δύο ατόμων και παίζαμε knock-out μονάκια, μέχρι να αναδειχθεί ο πρωταθλητής.
Γερμανικό/άγια: Για το παιχνίδι αυτό χρειαζόταν ένας τερματοφύλακας και δύο έως τέσσερις παίκτες (παραπάνω δεν ήταν βολικό). Σε αυτό το παιχνίδι έπρεπε να σκοράρεις μετά από πάσα χωρίς η μπάλα να πέσει στο έδαφος. Ανάλογα με τον τρόπο που θα έβαζες το γκολ έπαιρνες και πόντους. Για απλό σουτ έπαιρνες έναν πόντο, για κεφαλιά δύο, για ψαλιδάκι -λέμε τώρα- πέντε.

Αφιερωμένο σε όσους συνεχίζουν να παίζουν στην αλάνα:

Βρήκα αυτό το σημάδι στο αμάξι μου και δε με πείραξε καθόλου. Συγκινήθηκα. Ακόμα παίζουν στη γειτονιά.Εικονίδιο  

ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ...ΠΟΥ ΤΙΣ ΝΟΣΤΑΛΓΟΥΜΕ!!!

Οι Κυριακές που αγάπησα: Με ΠΡΟ-ΠΟ και "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα"

Οι Κυριακές που αγάπησα: Με ΠΡΟ-ΠΟ και "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα"

Μιλήσαμε με τον Κώστα Μότση, τον Ηρακλή Κοτζιά και τον Σήφη Βοτζάκη, τους ανθρώπους που με την φωνή τους στο "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα" σημάδεψαν τα κυριακάτικα μεσημέρια μας και βρήκαμε τα δελτία και τις διαφημίσεις του ΠΡΟ-ΠΟ των προηγούμενων δεκαετιών σε μια προσπάθεια να αναβιώσουμε τις ποδοσφαιρικές Κυριακές μας. Το 111 ήταν ο μαγικός αριθμός στο καντράν του τηλεφώνου. Νοσταλγείστε μαζί μας!


Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάγνωση του κειμένου είναι να βάλετε αυτό το κομμάτι να παίζει:
Η δύναμη του παραπάνω κομματιού στο συναισθηματικό μου κόσμο στα μέσα της δεκαετίας του '90 ήταν τόσο μεγάλη που αν ο Παβλόφ ήθελε να κάνει μια επαλήθευση στο διάσημο πείραμα του με τον σκύλο, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτό το τραγούδι κι εμένα για πειραματόζωο.
Πριν περάσουν 20 δευτερόλεπτα από την έναρξη του παραπάνω κομματιού, μπορεί να μην άρχιζαν να μου τρέχουν τα σάλια, ωστόσο είχα προλάβει να τοποθετήσω ενστικτωδώς πάνω στο τραπέζι του σαλονιού ένα στυλό, το δελτίο ΠΡΟ-ΠΟ που είχα παίξει το Σάββατο με τη βοήθεια του πατέρα μου και το “1-2-Χ”. Ήξερα πως ήταν θέμα χρόνου ο Σήφης Βοτζάκης να μας καλησπερίσει από το στούντιο της “ΕΡΑ ΣΠΟΡ” κι εγώ δεν είχα καμία διάθεση να τον στήσω στο καθιερωμένο κυριακάτικο ραντεβού μας.
Το “ακούτε ΕΡΑ ΣΠΟΡ, την εκπομπή "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα" από το στόμα του συντονιστή της εκπομπής σήμανε την επίσημη έναρξη της Κυριακής μου. Για τις επόμενες ώρες δεν υπήρχε κάτι άλλο στο μυαλό μου πέρα από τις φωνές των ανταποκριτών στα ποδοσφαιρικά γήπεδα της χώρας και οι πιθανότητες μου να πιάσω 13άρι.
Μετά το "οι σημερινοί αγώνες λεπτό προς λεπτό" ο Μιλτιάδης Παναγιωτόπουλος από το Νίκος Γκούμας, ο Γιώργος Μυρισκλάβος και ο Λευτέρης Σαρελάκος από το ΟΑΚΑ και το Καραϊσκάκη, ο Χρήστος Κοντός από το ΟΑΚΑ και την Λεωφόρο, ο Γιάννης Βοϊτσίδης από την Τούμπα, ο Γιώργος Τραπεζανίδης από το Χαριλάου, ο Κώστας Βασιλάκης από το Ηράκλειο, ο Βασίλης Γεωργίου από την Πάτρα, ο Γιώργος Καρατάσιος από το Αλκαζάρ και οι απεσταλμένοι της εκπομπής στα υπόλοιπα ελληνικά γήπεδα ήταν οι κυριακάτικοι φίλοι μου και όπως συνειδητοποίησα αργότερα, φίλοι των περισσοτέρων ποδοσφαιρόφιλων Ελλήνων.

Οι Κυριακές για όσους αγαπάμε το ποδόσφαιρο δεν ήταν πάντα ίδιες. Δεν ξέρω αν ήταν καλύτερες ή χειρότερες, αλλά σίγουρα δεν ήταν ίδιες. Στις αρχές της δεκαετίας του '90 δεν υπήρχε ίντερνετ, ούτε καλωδιακή τηλεόραση που να πληρώνει τις ομάδες για να εξασφαλίσει τα δικαιώματα τηλεοπτικής κάλυψης των αγώνων τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όλα τα παιχνίδια της τότε Α' Εθνικής να ξεκινούν την ίδια ώρα και ο μοναδικός τρόπος για να ενημερωθείς για την εξέλιξη τους να είναι το ραδιόφωνο.
Εκείνη την εποχή (για μένα αρχές της δεκαετίας του '90) η φράση “αθλητικό ραδιόφωνο” ήταν ταυτισμένη με την “ΕΡΑ ΣΠΟΡ”, αφού δεν υπήρχε κάποιος άλλος σταθμός αμιγώς αθλητικός και η ενημέρωση για την εξέλιξη των αγώνων είχε όνομα: “Μικρόφωνο Στα Γήπεδα”. Οπότε, είτε ήσουν λάτρης του ελληνικού -και όχι μόνο- ποδοσφαίρου, είτε ήσουν παίκτης του ΠΡΟ-ΠΟ ή και τα δύο, άκουγες ευλαβικά την συγκεκριμένη εκπομπή για να ενημερωθείς.
“Η πρώτη εκπομπή βγήκε στον αέρα στις 3 Μαΐου του 1983. Δουλεύαμε τουλάχιστον έξι μήνες νωρίτερα για να φτιάξουμε το σήμα και να σχεδιάσουμε το πρόγραμμα της, με ενημερώνει ο Κώστας Μότσης, ο οποίος μαζί με τον Ηρακλή Κοτζιά αποτέλεσαν τους πρώτους συντονιστές της εκπομπής “Μικρόφωνο στα γήπεδα”. "Ξεκινήσαμε την εκπομπή, θέλοντας να κάνουμε κάτι καινούργιο, κάτι πιο πλούσιο που έλειπε από το ραδιόφωνο εκείνη την εποχή, όπως μας έλεγαν αργότερα οι ακροατές", συμπληρώνει ο Κοτζιάς.
Οι δυο τους συντόνιζαν την εκπομπή μέχρι το 1999, όταν ως κεντρικός παρουσιαστής ανέλαβε ο Σήφης Βοτζάκης. "Μεγάλωσα ακούγοντας Κώστα Μότση και Ηρακλή Κοτζιά. Το 1996 μπήκα για πρώτη φορά στο στούντιο ως βοηθός τους και από το 1999 ανέλαβα τον συντονισμό με μοναδικό διάλειμμα την μαύρη διετία της ΕΡΤ. Την πρώτη μου φορά ως συντονιστής ήταν απολαυστικά. Δεν είχα κανένα άγχος, αφού το είχα εξαντλήσει μπαίνοντας στο στούντιο παρέα με τον Ηρακλή και τον Κώστα. Είχα άγχος να συνυπάρχω με δυο ανθρώπους που θαύμαζα".

Μαθαίναμε σκορ από την αστυνομία

Μετά τον απαραίτητο πρόλογο ο συντονιστής της εκπομπής άρχιζε τις "πάσες" στους ανταποκριτές της "ΈΡΑ ΣΠΟΡ" στα γήπεδα ανά την Ελλάδα."Είχαμε άγχος να μπορέσουν να βγουν όλες οι γραμμές χωρίς τεχνικά προβλήματα ακόμα κι από το πιο απομακρυσμένο γήπεδο της χώρας, ενώ προετοιμαζόμασταν ώρες πριν την σέντρα με το τι έγινε το πρωί στα ξενοδοχεία των ομάδων και με το αν υπήρχαν πιθανοί τραυματισμοί", λέει ο Κώστας Μότσης και συμπληρώνει ο Σήφης Βοτζάκης: "για αυτό και η προετοιμασία της εκπομπής ξεκινούσε ώρες νωρίτερα επικοινωνώντας τηλεφωνικά με τον κάθε ανταποκριτή. Τα πρώτα χρόνια προγραμματίζαμε ακόμα και τον χρόνο που θα χρησιμοποιούσε ο καθένας".
Το μεγαλύτερο άγχος του Ηρακλή Κοτζιά ήταν "να μην κάνω καμιά πατάτα και πω κάποιο αποτέλεσμα το οποίο ίσως να μην είχα πληροφορηθεί σωστά". "Καλά, από πού μάθαινε τα αποτελέσματα και ίσως τα μάθαινε λάθος" ήταν η απορία που μου δημιουργήθηκε από την προαναφερθείσα ατάκα του, για να μου εξηγήσει λίγο αργότερα: "Στις αρχές της δεκαετίας του '80 δεν είχαμε φτάσει ακόμα στο σημείο να έχουμε ανταποκριτές σε όλα τα γήπεδα της επικράτειας. Αυτό είχε ως συνέπεια να πληροφορούμαστε τα σκορ μερικών αγώνων από την αστυνομία. Η αστυνομία έστελνε για δικούς της λόγους έναν εκπρόσωπο της στο γήπεδο της περιοχής και αυτός είχε επικοινωνία μέσω ασυρμάτου με το αστυνομικό του τμήμα. Έτσι, εμείς μιλούσαμε με τα αστυνομικά τμήματα, τα οποία μας πληροφορούσαν για το σκορ του αγώνα που γινόταν στην περιοχή τους. Είχε τύχει, όμως, να μας πουν λάθος αποτέλεσμα και να το μεταφέρουμε κι εμείς με τη σειρά μας λάθος στον "αέρα"Τα ευτράπελα
Μου έκανε καλή πάσα για τα ευτράπελα της εκπομπής κι εγώ με τη σειρά μου έκανα την ασίστ στους άλλους δύο. "Υπήρχε κόντρα με τον Γιώργο Βαρδινογιάννη, ο οποίος μια περίοδο δεν άφηνε τους δημοσιογράφους μας να μπαίνουν στα μπουθ στα εντός έδρας παιχνίδια του Παναθηναϊκού. Εμείς, όμως, δεν πτοούμασταν και στέλναμε 2-3 ρεπόρτερ σε διαφορετικά σημεία των δημοσιογραφικών και μετέδιδαν από εκεί", θυμάται ο Κώστας Μότσης.
Ο Σήφης Βοτζάκης με τη σειρά του αναφέρει ένα άλλο περιστατικό: "Τετάρτη μεσημέρι συντονίζω Γ' Εθνική. Διεξάγεται ένα ματς του Νοτίου Ομίλου. Βρισκόμαστε στο 85ο λεπτό και το παιχνίδι είναι σημαντικό, γιατί πρόκειται για μία από τις τελευταίες αγωνιστικές και κρίνεται η κορυφή στην βαθμολογία. Την ώρα που είμαι στα άλλα γήπεδα ακούω από τα ακουστικά ότι κάτι έχει γίνει στο συγκεκριμένο γήπεδο. Ακούω θόρυβο, αλλά όχι τον σπίκερ. Δίνω "πάσα" εκεί και ο σπίκερ δεν είναι προετοιμασμένος, γιατί έψαχνε να καταλάβει τι είχε συμβεί. Οπότε μου λέει την εξής απίστευτη ατάκα “Μεγάλη αναστάτωση. Δεν είμαστε σίγουροι αν η μπάλα πέρασε την διανοητική γραμμή”. Κάπου εκεί τέλειωσε η εκπομπή για μένα".
"Στον γραπτό λόγο η γκάφα μένει. Στο μικρόφωνο μπορεί να ξεφύγει κάτι και να το ακούσουν μερικοί ακροατές, αλλά αν δεν το επαναλάβεις και δεν γυρίσεις να το διορθώσεις ξεχνιέται και δεν δημιουργείται αρνητική εντύπωση. Αυτός είναι ο κανόνας στο ραδιόφωνο. Αν αυτό που σου ξεφύγει δεν είναι πάρα πολύ σημαντικό, δεν το διορθώνεις. Αν είναι να το διορθώσεις, κάν' το ακαριαία".

.Η αναγνώριση από τον κόσμο


Όταν πήρα τηλέφωνο τον Σήφη Βοτζάκη για να κανονίσουμε τα της συνέντευξης δεν χρειάστηκε να ακούσω άλλη λέξη πέρα από το "παρακαλώ", με το οποίο απάντησε στην κλήση μου για να βεβαιωθώ ότι μιλούσα με τον άνθρωπο -την εποχή Μότση-Κοτζιά ήμουν πολύ μικρός- που με καθήλωσε μπροστά στο ραδιόφωνο στα παιδικά μου χρόνια. Η φωνή του Σήφη Βοτζάκη είναι τόσο χαρακτηριστική που δεν μπορείς να την ξεχάσεις ακόμα και αν την έχεις ακούσει στο ραδιόφωνο μόνο μια φορά.
"Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να πηγαίνεις κάπου και να σε αναγνωρίζουν μόνο από τη φωνή σου. Το μεγαλύτερο έπαθλο είναι η αναγνώριση από τον κόσμο και η αγάπη που παίρνουμε από αυτόν", θα μου αναφέρει στη συνέχεια.
"Η πληρωμή μου ήταν, ότι με αναγνώριζαν από την φωνή σε όποιο γήπεδο της Ελλάδας κι αν πήγαινα. Το "μικρόφωνο στα γήπεδα" είχε φτάσει τα απογεύματα της Κυριακής να έχει 97.5% ακροαματικότητα στην Ελλάδα και 58.6% στην Αθήνα", προσθέτει ο Κώστας Μότσης, ενώ ο Ηρακλής Κοτζιάς μου λέει ότι "ο κόσμος μας έστελνε γράμματα και μας έπαιρνε τηλέφωνο για να μας εκφράσει την αγάπη του".

Το "ΠΡΟ-ΠΟ"


(Το πρώτο δελτίο αφορούσε τους αγώνες που έγιναν την 1η Μαρτίου του 1953)
Πέρα από εμάς τους ακροατές, "ΠΡΟ-ΠΟ" έπαιζαν και οι συντονιστές της εκπομπής. "Στα παιδικά μου χρόνια έπαιζα φανατικά, αλλά δεν είχα επιτυχίες. Στο δημοτικό, όμως, είχα πιάσει ένα "13άρι" με τα κέρδη του οποίου πλήρωνα τις εκδρομές μου μέχρι να τελειώσω και το λύκειο", μου είπε μεταξύ άλλων ο Σήφης Βοτζάκης.
Το "ΠΡΟ-ΠΟ" και το "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα" είχαν για καιρό κοινή πορεία, αφού για χρόνια μέχρι να εμφανιστεί το ίντερνετ και το στοίχημα μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον των ποδοσφαιρόφιλων. Όσον αφορά το δελτίο του "ΠΡΟ-ΠΟ", αρχικά δεν είχε καμία σχέση με την σημερινή του μορφή. Αποτελούνταν από μερικά φύλλα, τα οποία είχαν καρμπόν. Έτσι, ό,τι σημείωνε ο παίκτης στο πρώτο φύλλο μεταφερόταν και στα επόμενα. Καταθέτοντας το δελτίο σε κάποιο πρακτορείο του ΟΠΑΠ κράταγε αυτός ένα απόκομμα και τα υπόλοιπα ο ιδιοκτήτης του πρακτορείου.


Όπως βλέπετε στο παραπάνω δελτίο του 1977, δεν υπάρχουν έτοιμες οι επιλογές του "1" του "Χ" και του "2". Ο παίκτης καλούνταν να γράψει μόνος του το σημείο που πίστευε ότι θα ερχόταν το ματς. Αυτό απαιτούσε τα σημεία να είναι καθαρά γραμμένα, ώστε να μην υπάρχουν παρανοήσεις. Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο πράκτορας του ΟΠΑΠ έβαζε τον παίκτη να ξαναγράψει τη στήλη του με πιο καθαρά "γράμματα". Το "2", λόγω της καμπύλης, ήταν το πιο δύσκολο σημείο.Η αναγνώριση από τον κόσμο


Όταν πήρα τηλέφωνο τον Σήφη Βοτζάκη για να κανονίσουμε τα της συνέντευξης δεν χρειάστηκε να ακούσω άλλη λέξη πέρα από το "παρακαλώ", με το οποίο απάντησε στην κλήση μου για να βεβαιωθώ ότι μιλούσα με τον άνθρωπο -την εποχή Μότση-Κοτζιά ήμουν πολύ μικρός- που με καθήλωσε μπροστά στο ραδιόφωνο στα παιδικά μου χρόνια. Η φωνή του Σήφη Βοτζάκη είναι τόσο χαρακτηριστική που δεν μπορείς να την ξεχάσεις ακόμα και αν την έχεις ακούσει στο ραδιόφωνο μόνο μια φορά.
"Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από το να πηγαίνεις κάπου και να σε αναγνωρίζουν μόνο από τη φωνή σου. Το μεγαλύτερο έπαθλο είναι η αναγνώριση από τον κόσμο και η αγάπη που παίρνουμε από αυτόν", θα μου αναφέρει στη συνέχεια.
"Η πληρωμή μου ήταν, ότι με αναγνώριζαν από την φωνή σε όποιο γήπεδο της Ελλάδας κι αν πήγαινα. Το "μικρόφωνο στα γήπεδα" είχε φτάσει τα απογεύματα της Κυριακής να έχει 97.5% ακροαματικότητα στην Ελλάδα και 58.6% στην Αθήνα", προσθέτει ο Κώστας Μότσης, ενώ ο Ηρακλής Κοτζιάς μου λέει ότι "ο κόσμος μας έστελνε γράμματα και μας έπαιρνε τηλέφωνο για να μας εκφράσει την αγάπη του".

Το "ΠΡΟ-ΠΟ"


(Το πρώτο δελτίο αφορούσε τους αγώνες που έγιναν την 1η Μαρτίου του 1953)
Πέρα από εμάς τους ακροατές, "ΠΡΟ-ΠΟ" έπαιζαν και οι συντονιστές της εκπομπής. "Στα παιδικά μου χρόνια έπαιζα φανατικά, αλλά δεν είχα επιτυχίες. Στο δημοτικό, όμως, είχα πιάσει ένα "13άρι" με τα κέρδη του οποίου πλήρωνα τις εκδρομές μου μέχρι να τελειώσω και το λύκειο", μου είπε μεταξύ άλλων ο Σήφης Βοτζάκης.
Το "ΠΡΟ-ΠΟ" και το "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα" είχαν για καιρό κοινή πορεία, αφού για χρόνια μέχρι να εμφανιστεί το ίντερνετ και το στοίχημα μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον των ποδοσφαιρόφιλων. Όσον αφορά το δελτίο του "ΠΡΟ-ΠΟ", αρχικά δεν είχε καμία σχέση με την σημερινή του μορφή. Αποτελούνταν από μερικά φύλλα, τα οποία είχαν καρμπόν. Έτσι, ό,τι σημείωνε ο παίκτης στο πρώτο φύλλο μεταφερόταν και στα επόμενα. Καταθέτοντας το δελτίο σε κάποιο πρακτορείο του ΟΠΑΠ κράταγε αυτός ένα απόκομμα και τα υπόλοιπα ο ιδιοκτήτης του πρακτορείου.


Όπως βλέπετε στο παραπάνω δελτίο του 1977, δεν υπάρχουν έτοιμες οι επιλογές του "1" του "Χ" και του "2". Ο παίκτης καλούνταν να γράψει μόνος του το σημείο που πίστευε ότι θα ερχόταν το ματς. Αυτό απαιτούσε τα σημεία να είναι καθαρά γραμμένα, ώστε να μην υπάρχουν παρανοήσεις. Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο πράκτορας του ΟΠΑΠ έβαζε τον παίκτη να ξαναγράψει τη στήλη του με πιο καθαρά "γράμματα". Το "2", λόγω της καμπύλης, ήταν το πιο δύσκολο σημείο.

Συνήθως, στο κενό ανάμεσα από τις δύο ομάδες γράφαμε το σκορ κατά τη διάρκεια του αγώνα, ακούγοντας το από το "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα" και στις στήλες που είχαμε συμπληρώσει κυκλώναμε όσο αποτελέσματα είχαμε "πιάσει". Όταν ολοκληρώνονταν οι αγώνες του δελτίου, ο συντονιστής της εκπομπής τους διάβαζε έναν έναν, όπως γίνεται σήμερα με τους αγώνες του κουπονιού του στοιχήματος. Ανάλογη μορφή είχαν τα δελτία μέχρι τον Απρίλη του '95, όταν έκανε την εμφάνιση του το μηχανογραφημένο δελτίο ΠΡΟ-ΠΟ, εξέλιξη του οποίου είναι το σημερινό.
Στα μέσα του '90 η μία στήλη κόστιζε 30 δραχμές. Αν έβαζες μία διπλή το κόστος πήγαινε στις 60 και για κάθε επιπλέον διπλή το ποσό διπλασιαζόταν. Αντιστοίχως αν έβαζες μια τριπλή η στήλη πήγαινε στις 90 δραχμές και για κάθε επιπλέον τριπλή το κόστος και πάλι διπλασιαζόταν. Υπήρχαν και τότε συστήματα, τα οποία πέρα από τους πράκτορες του ΟΠΑΠ τα ανέλυε η "1-2-Χ", η γνωστή στοιχηματική εφημερίδα, που τότε ασχολούνταν με το ΠΡΟ-ΠΟ.

Ο μαγικός αριθμός "111"

Αν δεν βρισκόμασταν σε χώρο με ραδιόφωνο για να ακούσουμε τα αποτελέσματα του δελτίου και δεν είχαμε υπομονή μέχρι την επόμενη μέρα που θα αναρτούνταν στα πρακτορεία και θα εκδίδονταν στις εφημερίδες, η μοναδική λύση ήταν το "111". Παίρναμε από το σταθερό μας τηλέφωνο το συγκεκριμένο νούμερο, στο οποίο έπαιζε μια κασέτα με την νικήτρια στήλη.
Το "111" το παίρναμε και για έναν ακόμη λόγο. Αν είχαμε πιάσει από 11άρι και πάνω τηλεφωνούσαμε εκεί και μετά την νικήτρια στήλη πληροφορούμασταν τα κέρδη μας σύμφωνα με την διαλογή των δελτίων ΠΡΟ-ΠΟ.

Τα διαφημιστικά σποτ

Το ΠΡΟ-ΠΟ από το 1959 μέχρι και τις αρχές του '90 ήταν το μόνο τυχερό παιχνίδι που οργάνωνε ο ΟΠΑΠ. Με στραμμένη την προσοχή του ΟΠΑΠ εξ ολοκλήρου στην προώθηση του ΠΡΟ-ΠΟ, δημιουργήθηκαν μερικές αξέχαστες διαφημίσεις.
Από την διαφήμιση με πρωταγωνίστρια την Σαπφώ Νοταρά:

Το κλείσιμο της Κυριακής
Όταν πια οι αγώνες των ελληνικών ομάδων είχαν λήξει, περιμέναμε τον συντονιστή του "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα" να πει τα αποτελέσματα των αγώνων του Campionato, αφού συνήθως οι 3-4 τελευταίοι αγώνες που έκλειναν το δελτίο του ΠΡΟ-ΠΟ προέρχονταν από το ιταλικό πρωτάθλημα. Η ποδοσφαιρική Κυριακή πλησίαζε στο τέλος της και το "Μικρόφωνο Στα Γήπεδα" είχε ενώσει τους απανταχού ποδοσφαιρόφιλους της χώρας για ακόμα ένα απόγευμα.
Όπως μου είπε ο Σήφης Βοτζάκης, αυτό το πετύχαινε γιατί:"Το μικρόφωνο στα γήπεδα ήταν και είναι πάνω από όλα ομάδα -τότε (50-60) ατόμων πανελληνίως- . Δεν παίρνεις πρωτάθλημα με ένα παίκτη".
Την ποδοσφαιρική "σκυτάλη" στη συνέχεια έπαιρνε η "Αθλητική Κυριακή" και το επόμενο πρωί το "ΕΘΝΟΣΠΟΡ", αλλά όπως λέει και ο Zastro, αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
* Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου Watkinson
** Αρχείο ΠΡΟ-ΠΟ: Zastro
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Απαγορεύονται οι καραβολίδες
"Μπει μπει ή μπει δεν μπει"