Παρασκευή, Νοεμβρίου 25, 2016

«Ακόμα με φωνάζουν «Τσίτσο»»


«Μέχρι τα 16 μου έπαιζα ποδόσφαιρο με φίλους στις αυλές του σχολείου. Είχα καθηγητή Φυσικής Αγωγής στο Γυμνάσιο τον Χωριανόπουλο, που ήταν παράλληλα προπονητής στον Τύρναβο. Με πήρε και μάλιστα έπαιξα αμέσως στην πρώτη ομάδα. Ημουν τεχνίτης και έπαιζα ως «δεκάρι».
Εμεινα μόνο ένα χρόνο στον Τύρναβο. Το επόμενο καλοκαίρι, σε ηλικία 17 ετών, πήρα μετεγγραφή στη Λάρισα. Οι δύο ομάδες έδωσαν ένα φιλικό παιχνίδι, εγώ ήμουν στο χωριό και δούλευα -το κάναμε μετά το σχολείο, για το χαρτζιλίκι-, ήρθε και με φώναξε ο συμπαίκτης μου Τάκης Πανταζής, αγωνίστηκα, με κάλεσε ο τότε πρόεδρος της ΑΕΛ, Αντώνης Καντόνιας και την επόμενη ημέρα υπέγραψα. Ουσιαστικά, η καριέρα μου είχε ανοδική πορεία μετά την επιστροφή μου από το εξωτερικό.
Πήγα στον Καναδά για να παίξω ποδόσφαιρο για τρεις μήνες το 1976, μαζί με τους Σταθόπουλο, Βεντούρη, Μίλερ, Παναγιωτίδη, Χριστουδούλου και σε ένα παιχνίδι είχαμε πρόβλημα στα σέντερ μπακ. Μου λέει ο Βεντούρης: "Νίκο, εσύ που ξέρεις μπάλα και είσαι ψηλός δεν γυρίζεις πίσω για να τα καταφέρουμε;". Του έκανα το χατίρι και όταν ήρθε η ώρα να επιστρέψουμε στην Ελλάδα, μου είπε: "Αν παίξεις στο κέντρο της άμυνας θα κάνεις μεγάλη καριέρα. Οταν γυρίσεις στη Λάρισα, πες του Παύλου (Γρηγοριάδη, που ήταν προπονητής της ομάδας), ότι θέλω να παίζω τελευταίος, αλλιώς κάθομαι στον πάγκο". Ο Γρηγοριάδης με δοκίμασε σε ένα φιλικό παιχνίδι με τον Ηρακλή και έκτοτε καθιερώθηκα ως σέντερ μπακ.
Λίγο αργότερα, μου κόλλησαν το παρατσούκλι "Τσίτσο", από τους Τσίτσο και Φράγκο, δύο Ιταλούς ηθοποιούς που εκείνη την εποχή έκαναν μεγάλη καριέρα. Ακόμα στη Λάρισα "Τσίτσο" με φωνάζουν. Αν φωνάξεις Αργυρούλης, από τους πιο μεγάλους σε ηλικία θα γυρίσει ένας-δύο, αν πεις "Τσίτσο", θα γυρίσουν όλοι.
Το καλοκαίρι του 1982 συμπλήρωσα 12ετία. Ο Νταϊφάς και ο Παναγούλιας με ήθελαν στον Ολυμπιακό, έτσι κατέβηκα στον Πειραιά και υπέγραψα. Η Λάρισα, μέσω του Σαμαρά, ενός συμβούλου της ομάδας, μου ζήτησε να επιστρέψω, γιατί ο Ολυμπιακός είχε στείλει το συμβόλαιο στα αρμόδια όργανα μία εβδομάδα πριν μείνω και τυπικά ελεύθερος. Ο σπουδαίος αυτός πρόεδρος όμως έδωσε 3,5 εκατομμύρια δραχμές στη Λάρισα και έγινε η μετεγγραφή.
Θυμάμαι όταν με φώναξε ο Νταϊφάς να υπογράψω μου λέει: "Πόσα θέλεις;". "Εσείς ξέρετε καλύτερα" του απαντώ. "Καλά είναι 150.000;" με ρωτάει. Νόμιζα ότι μου έκανε πλάκα. Οταν πήγα στη Λάρισα έπαιρνα 1.350 δρχ. και την τελευταία μου χρονιά, μετά από 12 χρόνια παρουσίας, η αμοιβή ήταν 6 χιλιάρικα. Η διαφορά ήταν χαώδης. Μέχρι να το συνειδητοποιήσω και να του απαντήσω, ο Νταϊφάς, επανέρχεται με το "θα σου δώσω και ένα αυτοκίνητο" και με ξαναρωτάει: "Πόσα έπαιρνες στη Λάρισα;". "6.000 δραχμές" είπα δειλά δειλά. Φωνάζει τότε τον Παναγούλια και του λέει: "Αλκέτα, εδώ άλλος παίρνει 2.000, άλλος 3.000 και άλλος 6.000 δρχ. στη Λάρισα και εμείς με τέτοια συμβόλαια δεινοπαθούμε να περάσουμε από εκεί;".
Ο Ολυμπιακός είναι τεράστιο μέγεθος. Το καταλαβαίνεις μόνο αν φορέσεις τη φανέλα, αγωνιστείς, ζήσεις στα αποδυτήρια και δεις πώς σε κοιτούν οι άλλοι. Επαιξα μόνο ένα χρόνο, το μετάνιωσα, διότι με "έψησε" ο Αντώνης Γεωργιάδης, που τον εκτιμώ απεριόριστα και πήγα στον Αρη όπου ήταν προπονητής.
Εμεινα μία σεζόν στη Θεσσαλονίκη, μετά πήγα στα Τρίκαλα, αγωνίστηκα δύο χρόνια και στα 34 μου σταμάτησα το ποδόσφαιρο. Ασχολήθηκα με την προπονητική, έμεινα 4,5 χρόνια στον Πανηλειακό με Τζόρτζεβιτς, Γιαννακόπουλο και Στράντζαλη, άλλαξα πολλές ομάδες και τώρα είμαι προπονητής στον Προμηθέα Λάρισας».
Ο Νίκος Αργυρούλης γεννήθηκε στον Τύρναβο στις 7 Οκτωβρίου 1952. Αγωνίστηκε 12 χρόνια στη ΑΕΛ  με την οποία μετράει (στα χρόνια που ήταν στην Α' Εθνική) 131 συμμ. και 5 γκολ, από ένα σε Ολυμπιακό (1982-83) και Αρη (1983-84), κλείνοντας την καριέρα του στα Τρίκαλα. Ζει μόνιμα στη Λάρισα και έχει δύο παιδιά.

Έπαιξε στην ΑΕΛ και διακρίθηκε ιδιαίτερα για τις αμυντικές του ικανότητες, με αποτέλεσμα να γίνει μεταγραφικός στόχος της εποχής και να τον αποκτήσει τελικά ο Ολυμπιακός. Σπουδαίος σέντερ μπακ ήταν ο Νίκος Αργυρούλης, ο οποίος μετά από πολλά χρόνια στο «Αλκαζάρ» φόρεσε την φανέλα του Ολυμπιακού και εν συνεχεία το 1983 πήγε στον Άρη. Ακολούθησαν τα Τρίκαλα, ενώ τη σεζόν 1986-1987 αγωνίστηκε στον Φωκικό και τη Δ' Εθνική. Μάλιστα, τη συγκεκριμένη χρονιά άρχισε την προπονητική του καριέρα, καθώς είχε διπλό ρόλο (παίκτης-προπονητής).
Στην συνέχεια δούλεψε σε αρκετές ομάδες ως προπονητής περνώντας κάποια στιγμή και από τον ΑΟΤ το 2007.
 










 Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ  ΝΙΚΟΥ ΗΤΑΝ ΣΤΟΝ  ΤΕΛΙΚΟ ΚΥΠΕΛΛΟΥ ΜΕ ΤΟΝ  ΠΑΟ 
ΣΤΙΣ  19-6-1982




 ΠΡΩΤΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ  ΝΙΚΟΥ ΑΡΓΥΡΟΥΛΗ  ΗΤΑΝ    Ο  ΑΓΩΝΑΣ ΚΥΠΕΛΛΟΥ ΜΕ ΤΟΝ  ΑΠΟΛΛΩΝΑ ΛΑΡΙΣΑΣ  ΣΤΙΣ 25-9-1970
ΚΑΙ  Ο  ΤΕΛΕΤΑΙΟΣ  ΗΤΑΝ  ΠΑΛΙ  ΑΓΩΝΑΣ ΚΥΠΕΛΛΟΥ ΜΕ ΤΟΝ  ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟ ΣΤΙΣ